Κυριακή 4 Ιουλίου 2021

Της Υποφαινομένης...


 




42.

Κι όχι τίποτ’ άλλο, αυτό που με διαολίζει στ’ αλήθεια είναι ότι κάνεις λες και δεν το ‘ξερες.

Το ‘ξερες και το ‘ξερα κι εγώ από την πρώτη στιγμή. Ή όχι αλλά, τί σημασία έχει;

Ναι, ξέρω, τώρα θα μου πεις ότι σου έταξα άλλα και άλλα είχες ονειρευτεί. Τίποτα δεν σου έταξα, άκου τα αφού τα θέλεις. Τίποτα απολύτως δεν σου έταξα. Έτσι μου ‘ρθε ότι θα ταίριαζες και κάπως μέσα στο μυαλό μου κόλλησε η εικόνα και μου φάνηκε καλή ιδέα.

Ή μάλλον, ούτε καν ιδέα, μια σκέψη, έτσι αυθόρμητα, ούτε, μια αίσθηση, πες. Έτσι μου ‘ρθε ότι θα ταίριαζες, εντάξει;

Κι εδώ που τα λέμε, κι εσύ, χωρίς καν να με ξέρεις, έτσι, μου ‘ρθε εμένα κι εσύ το πίστεψες. Με τη μία. Και πού ξέρεις εσύ αν εγώ δε λέω ό,τι μου σκάσει; να τώρα.

Και στην τελική τί δραματικό συνέβη, μου λες; Πεταμένο σε βρήκα, μισερό, κακομοιριασμένο. Όταν σε βρήκα, όλοι σε είχαν πιο πριν προσπεράσει. Αυτή είναι η αλήθεια. Όλοι σε είχαν πιο πριν προσπεράσει κι εγώ σε βρήκα. Σε βρήκα, σε καθάρισα, σου μίλησα, σε φίλησα, ταξίδεψες μαζί μου, σε έφερα στο σπίτι μου. Ανάμεσα σε χιλιάδες, σε ξεχώρισα. Και κάπως μου ‘ρθε ότι ανήκεις.

Λοιπόν, άκου, δεν τα μπορώ αυτά. Εδώ, μαζί δεν είμαστε;

Εγώ κι εσύ, έτσι όπως τόσο μοιάζουμε, μαζί δεν είμαστε; Κάθεσαι τόση ώρα εδώ κοντά μου και τα λέμε. Πάει να πει, όλα καλά πήγαν. Σε βρήκα, με βρήκες, τί σημασία έχει; Δεν είμαστε εδώ μαζί;

Μόνο αυτό έχει σημασία.

Και ότι μοιάζουμε τόσο.

Κι ας λέει ο κόσμος ότι είσαι μόνο ένα σπασμένο κοχύλι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σκέψεις

Η "Κασέτα", της Λούλας Αναγνωστάκη, στο Θέατρο Σταθμός

  Θα μπορούσε να έχει γραφτεί σήμερα. Θα μπορούσε να γραφτεί αύριο το πρωί. Γράφτηκε όμως στα 1982 από το χεράκι της μεγάλης Λούλας Αναγνωστ...